Νησια του Αιγαιου

Νησιά του Αιγαίου

Υπάρχουν πολλά μέρη σε όλο τον κόσμο που ‘ισχυρίζονται’ ότι παράγουν κρασιά «terroir», αλλά πολύ λίγα μέρη μπορούν να ισχυριστούν ότι η φύση καθορίζει τα κρασιά τους σε τέτοιο βαθμό όπως στα νησιά του Αιγαίου. Οι άνεμοι, το ‘οπλοστάσιο’ των σπάνιων γηγενών ποικιλιών και η ποικιλομορφία των εδαφών, που σχηματίστηκε βίαια μετά από σεισμούς και εκρήξεις ηφαιστείων, είναι καθοριστικοί παράγοντες στη παραγωγή κάποιων από τα πιο ιδιαίτερα και πιο ξεχωριστά κρασιά σε όλο τον κόσμο.

Οι αμπελώνες στα νησιά του Αιγαίου πελάγους (εκτός Κρήτης) καλύπτουν χιλιάδες στρέμματα, όπου καλλιεργούνται σχεδόν αποκλειστικά γηγενείς ποικιλίες. Η θετική επίδραση του τεράστιου υδάτινου όγκου της θάλασσας είναι δεδομένη στους αμπελώνες αυτών των νησιών (παραθαλάσσια αμπελοτόπια). Στο βόρειο Αιγαίο κυριαρχεί η καλλιέργεια των λευκών μοσχάτων ποικιλιών (Mοσχάτο Άσπρο, Μοσχάτο Αλεξανδρείας) ενώ στο νότο, στις Κυκλάδες και στα Δωδεκάνησα, οι αμπελώνες είναι φυτεμένοι κυρίως με Ασύρτικο, Αθήρι, Μονεμβασιά και την ερυθρή ποικιλία Μανδηλαριά, καθώς και με πλήθος άλλες τοπικές ποικιλίες, σε μικρή όμως έκταση. Οι πολύ ισχυροί άνεμοι, που πνέουν καθ’ όλη τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου, το έντονο και συχνά αφιλόξενο ανάγλυφο, τα φτωχά και άγονα εδάφη, με τους ελάχιστους υδατικούς πόρους τους, οδήγησαν στην επικράτηση του παραδοσιακού κυπέλλου ως το κυρίαρχο σχήμα διαμόρφωσης και καλλιέργειας. Η αμπελουργία εξακολουθεί να είναι σε μεγάλο βαθμό παραδοσιακή, καθώς ελάχιστοι αμπελώνες είναι μηχανοποιημένοι, ενώ συχνή είναι η διαμόρφωση αναβαθμίδων (πεζούλες), για την αποφυγή της διάβρωσης και την εξοικονόμηση του λιγοστού βρόχινου νερού. Μεταξύ των νησιών του νοτίου Αιγαίου, εξέχουσα θέση στην αμπελοκαλλιέργεια έχει η Σαντορίνη και το μοναδικό φυσικό της περιβάλλον (ηφαιστειακά αμπελοτόπια), αλλά και τα νησιά της Πάρου και της Ρόδου. Στο Βορρά, Σάμος και Λήμνος είναι διάσημες από πολύ παλιά για τα περίφημα γλυκά κρασιά τους.

Σαντορίνη

Οι αμπελώνες στην Σαντορίνη συγκεντρώνονται κυρίως στο νότιο και νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού, σε εδάφη ηφαιστειακής προέλευσης (θηραϊκή γη, λάβα, ελαφρόπετρα), αμμώδους σύστασης, με μηδενική σχεδόν υδατοχωρητικότητα και οργανική ύλη, εξ ου και η απουσία φυλλοξήρας από το σαντορινιό αμπελώνα (ηφαιστειακά αμπελοτόπια). Οι λευκές ποικιλίες κυριαρχούν στον αμπελώνα στη Σαντορίνη, με σημαντικότερο το Ασύρτικο (7.000 στρέμματα) και επόμενο σε σημασία το αρωματικό Αηδάνι. Η εξαιρετικά χαμηλή γονιμότητα (και ιδιαίτερα τα χαμηλά επίπεδα καλίου) στο έδαφος, φαίνεται να συντελούν και στην υψηλή οξύτητα των σταφυλιών του Ασύρτικου, κατά την πλήρη ωρίμασή τους. Το κλίμα είναι ξηρό, με μόλις 350mm βροχής ανά έτος και ελάχιστη το καλοκαίρι, αλλά η γειτνίαση με τη θάλασσα και οι μόνιμα πνέοντες υγροί άνεμοι μειώνουν τις ημερήσιες θερμοκρασίες του καλοκαιριού. Στις συνθήκες αυτές του αμπελώνα στη Σαντορίνη, οι αμπελουργοί του νησιού διαμορφώνουν τα πρέμνα στο παραδοσιακό «καλάθι» («κουλούρα», «πανέρι» ή «αμπελιά»), για προστασία του σταφυλιού από τον άνεμο και την άμεση ηλιακή ακτινοβολία. Οι μέσες στρεμματικές αποδόσεις δεν ξεπερνάνε τα 300-350 κιλά ανά στρέμμα και ο τρύγος ξεκινά, συνήθως, κατά το πρώτο 10ήμερο του Αυγούστου, με πιο όψιμη την περιοχή του Πύργου, που βρίσκεται στο μεγαλύτερο υψόμετρο του νησιού (350μ.), όπου παράγονται σταφύλια με το υψηλότερο αρωματικό δυναμικό.

Πάρος

Ο αμπελώνας στην Πάρο καλύπτει περίπου 5.000 στρέμματα, που είναι φυτεμένα κυρίως με τη λευκή ποικιλία Μονεμβασιά και την ερυθρή Μανδηλαριά. Οι δύο αυτές ποικιλίες δίνουν ένα μοναδικό για τον ελλαδικό χώρο ερυθρό οίνο, που προέρχεται από την ανάμειξη των δύο αυτών ποικιλιών (η παρουσία της λευκής Μονεμβασιάς δίνει αρώματα, αλλά κυρίως μαλακώνει την τραχύτητα της ποικιλίας Μανδηλαριά). Παράγεται όμως και ένας λευκός ξηρός οίνος από Μονεμβασιά. Οι αμπελώνες του νησιού καλλιεργούνται σε εδάφη πλούσια σε ασβέστιο, κυρίως αμμώδη και αμμοπηλώδη, που βρίσκονταν παλαιότερα στις πλαγιές του βουνού Προφήτης Ηλίας. Σήμερα, ο αμπελώνας στην Πάρο εκτείνεται κυρίως στα πεδινά του νησιού και δεν έχει προσβληθεί από φυλλοξήρα.

Τα αμπέλια μεγαλώνουν ελεύθερα σε θαμνώδη μορφή. Πολλά από αυτά είναι αυτόριζα. Οι παλαιοί κλώνοι αναπτύσσονται οριζόντια και οι νέοι βλαστοί φύονται κάθετα, δημιουργώντας ένα “στρώμα” αμπελιών, που καλύπτει το έδαφος (απλωταριές).

Σάμος

Η Σάμος είναι η μόνη περιοχή όπου δεν είναι υποχρεωτική η αναφορά της ποικιλίας Μοσχάτο ως μέρος του χαρακτηρισμού του ως ΠΟΠ καθώς από μόνο του το ‘’Σάμος’’ είναι αρκετό για τον προσδιορισμό του κρασιού.

Στον αμπελώνα στη Σάμο η ποικιλία Μοσχάτο Άσπρο καλύπτει το 95% από τα συνολικά 18.000 περίπου στρέμματα του νησιού, που προορίζονται κυρίως για την παραγωγή του περίφημου σαμιώτικου γλυκού οίνου. Οι αμπελώνες βρίσκονται σε ολόκληρο το νησί, κυρίως όμως στη βόρεια πλευρά του, ανάμεσα στο Καρλόβασι και στην πόλη της Σάμου. Είναι διαμορφωμένοι σε πεζούλες με βόρειο προσανατολισμό. Τα εδάφη της Σάμου είναι κυρίως γρανιτικά και σχιστολιθικά και έχουν χαμηλή γονιμότητα. Είναι ουδέτερα, με καλή στράγγιση, ενώ οι περισσότεροι αμπελώνες είναι φυτεμένοι σε αναβαθμίδες (πεζούλες). Το κλίμα του νησιού είναι τυπικά μεσογειακό. Οι υψομετρικές διαφορές του αμπελώνα στη Σάμο είναι μεγάλες, καθώς υπάρχουν αμπελώνες από τα πεδινά, έως τα 800-900μ. (ορεινά αμπελοτόπια) κάτι που έχει έντονη επίδραση στα αρωματικά χαρακτηριστικά των παραγόμενων κρασιών, με τυπικότερα ίσως δείγματα, αυτά των ημιορεινών περιοχών.

<
Λήμνος

Η Λήμνος, το δεύτερο νησί στο βόρειο Αιγαίο σε σπουδαιότητα παραγωγής κρασιού, διαθέτει εδάφη ηφαιστειογενή, άγονα, ελαφριά και κυρίως ασβεστολιθικά. Τα αμπέλια του Mοσχάτου Αλεξανδρείας βρίσκονται κυρίως κατά μήκος αβαθών κοιλάδων, στη λοφώδη δυτική περιοχή του νησιού. Στον αμπελώνα της Λήμνου καλλιεργούνται σχεδόν 5.000 στρέμματα, από τα οποία το 90-95% με μοσχάτο Αλεξανδρείας, ενώ η υπόλοιπη έκταση με την αρχαία ελληνική ερυθρή ποικιλία αμπέλου Λημνιό. Η ποικιλία αυτή έχει την τοπική ονομασία Kαλαμπάκι. Πήρε άλλωστε την ονομασία Λημνιό φεύγοντας απ’ το νησί, γιατί μεταφερόμενη εκτός αυτού έγινε γνωστή με την ονομασία προέλευσής της («Lημνιό» – από τη Λήμνο). Κανονικά, ο τρύγος στη Λήμνο λαμβάνει χώρα στα μέσα περίπου του Σεπτεμβρίου ή και μερικές ημέρες αργότερα.

Ρόδος

Το ευνοϊκό κλίμα διευκολύνει την αμπελουργία σε πολύ σημαντικό βαθμό στην Ρόδο, ενώ το νησί διαθέτει υψηλά αποθέματα νερού, κάποια από τα υψηλότερα στο Αιγαίο. Οι συνθήκες που επικρατούν είναι ζεστές έως θερμές αλλά τα αμπέλια σε μεγάλο υψόμετρο δεν επηρεάζονται από τη ζέστη, στο βαθμό που επηρεάζονται στη Κρήτη ή τη Σαντορίνη. Αυτό αντικατοπτρίζεται και στο στιλ των κρασιών του νησιού, συμπεριλαμβανομένου ενός μεγάλου ποσοστού από λεπτά και γεμάτα φρεσκάδα αφρώδη κρασιά.

Στον αμπελώνα στη Ρόδο η κύρια ζώνη καλλιέργειας εκτείνεται γύρω από το όρος Αττάβυρος, σε υψόμετρα που φτάνουν τα 800μ. (ορεινά και ημιορεινά αμπελοτόπια), με έκθεση από ΝΑ έως ΒΔ. Εδώ είναι το βασίλειο της λευκής ποικιλίας Aθήρι, που καλλιεργείται μόνο στην ορεινή ζώνη, όπου διατηρεί υψηλή οξύτητα. Αντίθετα, η ερυθρή ποικιλία Mανδηλαριά (που στη Ρόδο λέγεται Aμοργιανό), καλλιεργείται κυρίως στην ημιορεινή και στην πεδινή περιοχή, δίνοντας έντονα πορφυρό και τανικό οίνο. Κυριότερο πρόβλημα για τους αμπελουργούς του αμπελώνα στη Ρόδο είναι οι ισχυροί νοτιάδες, που αρχίζουν να πνέουν από την εκβλάστηση και έπειτα. Για το λόγο αυτό, η καλλιέργεια της αμπέλου γίνεται ακόμα σε χαμηλόκορμα κύπελλα (εκτός από τις πεδινές περιοχές, όπου τα αμπέλια είναι γραμμικά και αρδευόμενα). Σημαντική είναι και η καλλιέργεια του Mοσχάτου Άσπρου, για την παραγωγή γλυκού οίνου.

Ικαρία

H τοπογραφία και το κλίμα της Ικαρίας έχουν πολλές ομοιότητες με αυτές της Σάμου, με τους ορεινούς αμπελώνες στο νησί να είναι διαμορφωμένοι σε πεζούλες. Ήδη, από την αρχαιότητα, η Ικαρία υπήρξε παραγωγός του ονομαστού “Πράμνειου Οίνου”, το οποίο σύμφωνα με αναφορές σε αρχαία συγγράμματα, επρόκειτο για ένα ερυθρό και υψηλόβαθμο κρασί. Η Μανδηλαριά είναι η σημαντικότερη ποικιλία με το Ασύρτικο, το Αθήρι, το Φωκιανό, το Κοτσιφάλι και το Μπεγλέρι να ακολουθούν. Από αυτές, η λευκή ποικιλία Μπεγλέρι και το ερυθρό Φωκιανό παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Κως

Οι περισσότεροι αμπελώνες στην Κώ, βρίσκονται στο όρος Δίκαιο, σε υψόμετρο 300 μέτρων περίπου. Παρόλο που το νησί εμφανίζει αμπελοοινική δραστηριότητα από την αρχαιότητα, δεν ήταν ποτέ σημαντική πηγή εισοδήματος για τους κατοίκους του νησιού. Σήμερα καταβάλλονται σημαντικές προσπάθειες για την αναβίωση και την ποιοτική βελτίωση της αμπελοκαλλιέργειας από τους δύο παραγωγούς του νησιού. Καλλιεργούνται τόσο γηγενείς όσο και διεθνείς ποικιλίες με την παραγωγή πολύ καλών κρασιών. Μεγάλο μέρος των κρασιών διατίθεται στην τοπική αγορά, εξυπηρετώντας τις ανάγκες της τουριστικής περιόδου.

Τήνος

Το νησί της Τήνου, που βρίσκεται στις βόρειες Κυκλάδες, είναι μία από τις πιο ανερχόμενες περιοχές της χώρας, με συνεχώς αυξανόμενο αριθμό οινοπαραγωγών. Το κλίμα είναι ζεστό και ξηρό, με πολύ ισχυρούς ανέμους να πνέουν, ενώ όσον αφορά την τοπογραφία του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως λοφώδες. Οι αμπελώνες, που στην πλειοψηφία τους βρίσκονται στο κέντρο του νησιού, απλώνονται συχνά σε πεζούλες και τα φυτά διαμορφώνονται σε χαμηλά σχήματα. Σε πολλούς αμπελώνες του νησιού υπάρχουν τεράστιες πέτρες (βράχους) από γρανίτη που καλούνται ‘βολάκες’. Οι ποικιλίες που συναντάμε είναι κυρίως Ελληνικές και περιλαμβάνουν το Ασύρτικο, την Μαλαγουζιά, το Μαυροτράγανο, την Μανδηλαριά, τον Αυγουστιάτη και τις τοπικές Ποταμίσι, Ροζακί και Κουμάρι.


Πηγή: https://winesofgreece.org