Ήπειρος

H αμπελοκαλλιέργεια στην Ήπειρο ξεκινάει από τον 15ο αιώνα. Αν και ποσοτικά η παραγωγή υπολείπεται από τα άλλα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας, δεν συμβαίνει το ίδιο και από πλευράς ποιότητας. Η Ήπειρος παράγει, ως προς το στιλ, εκφραστικά κρασιά από γηγενείς και διεθνείς ποικιλίες. Η φυσική ομορφιά, η πολιτιστική κληρονομιά της Ηπείρου αλλά και οι πολλές περιοχές με οριακό κλίμα για αμπελοκαλλιέργεια, αποτελούν δυνατά χαρτιά για την ανάδειξη και την προβολή μιας μικρής αλλά δυναμικής οινικής βιομηχανίας.

Με εξαίρεση κάποιες μικρές πεδινές περιοχές, η Ήπειρος είναι ιδιαίτερα ορεινή, με το μεγαλύτερο μέρος των αμπελώνων να βρίσκεται σε υψόμετρο 700 μέτρων. Το υψηλό υψόμετρο είναι σημείο κλειδί για το ψυχρό κλίμα και τις συνθήκες υγρασίας που επικρατούν στη περιοχή. Το Ιόνιο πέλαγος, στα δυτικά, μετριάζει τα ακραία καιρικά φαινόμενα που εκδηλώνονται τόσο το καλοκαίρι με τις υψηλές θερμοκρασίες όσο και τον χειμώνα με το πολύ κρύο. Η οροσειρά της Πίνδου λειτουργεί σαν φυσικό εμπόδιο στους υγρούς ανέμους που πνέουν από την Αδριατική και συμβάλλουν σημαντικά στην αύξηση των βροχοπτώσεων σε όλο το διαμέρισμα της Ηπείρου. Ωστόσο το φαινόμενο αυτό σπάνια δημιουργεί προβλήματα στους οινοπαραγωγούς.
Το έδαφος είναι αργιλώδες με μέτρια περιεκτικότητα σε ασβέστιο, διατηρώντας έτσι αρκετή υγρασία σε όλη την διάρκεια του έτους, καθιστώντας την άρδευση μη απαραίτητη. Τα εδάφη, στους αμπελώνες που βρίσκονται στις βουνοπλαγιές, είναι φτωχά και ξηρά σε σχέση με τα πλούσια εδάφη των αμπελώνων που βρίσκονται στα χαμηλότερα υψόμετρα και τις πεδιάδες.

Με εξαίρεση κάποιες μικρές πεδινές περιοχές, η Ήπειρος είναι ιδιαίτερα ορεινή, με το μεγαλύτερο μέρος των αμπελώνων να βρίσκεται σε υψόμετρο 700 μέτρων. Το υψηλό υψόμετρο είναι σημείο κλειδί για το ψυχρό κλίμα και τις συνθήκες υγρασίας που επικρατούν στη περιοχή. Το Ιόνιο πέλαγος, στα δυτικά, μετριάζει τα ακραία καιρικά φαινόμενα που εκδηλώνονται τόσο το καλοκαίρι με τις υψηλές θερμοκρασίες όσο και τον χειμώνα με το πολύ κρύο. Η οροσειρά της Πίνδου λειτουργεί σαν φυσικό εμπόδιο στους υγρούς ανέμους που πνέουν από την Αδριατική και συμβάλλουν σημαντικά στην αύξηση των βροχοπτώσεων σε όλο το διαμέρισμα της Ηπείρου. Ωστόσο το φαινόμενο αυτό σπάνια δημιουργεί προβλήματα στους οινοπαραγωγούς.

Το έδαφος είναι αργιλώδες με μέτρια περιεκτικότητα σε ασβέστιο, διατηρώντας έτσι αρκετή υγρασία σε όλη την διάρκεια του έτους, καθιστώντας την άρδευση μη απαραίτητη. Τα εδάφη, στους αμπελώνες που βρίσκονται στις βουνοπλαγιές, είναι φτωχά και ξηρά σε σχέση με τα πλούσια εδάφη των αμπελώνων που βρίσκονται στα χαμηλότερα υψόμετρα και τις πεδιάδες.

Ιωάννινα

Η κυριότερη και μεγαλύτερη οινοπαραγωγική περιοχή της Ηπείρου είναι ο νομός Ιωαννίνων και κυρίως η Ζίτσα και το Μέτσοβο. Ο αμπελώνας Ζίτσας και Μετσόβου είναι από τους πιο ορεινούς της Ελλάδας (ορεινά και ημιορεινά αμπελοτόπια).

Αυτός της Ζίτσας έχει και το υψηλότερο βροχομετρικό ύψος στη χώρα (περίπου 1.000mm) και βρίσκεται στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ηπείρου, σε υψόμετρο 700μ., στις ανατολικές πλαγιές της Πίνδου. Εδώ, η λευκή τοπική ποικιλία Nτεμπίνα καταλαμβάνει περίπου 5.000 στρέμματα, δίνοντας λευκούς ξηρούς και ξηρούς ημιαφρώδεις ΠΟΠ οίνους. Η Ντεμπίνα καλλιεργείται σε μονόπλευρο γραμμικό σχήμα και λίγα κύπελλα. Ο τρύγος γίνεται στα τέλη του Σεπτεμβρίου.

Κοντά στη Ζίτσα βρίσκεται ο ακόμα πιο ορεινός αμπελώνας του Μετσόβου, (900-1.000μ.) και ένας από τους πιο ορεινούς της Ελλάδας, γνωστός κυρίως για την καλλιέργεια της ποικιλίας Cabernet Sauvignon, που όσον αφορά την Ελλάδα ξεκίνησε εδώ. Η καλλιέργεια της αμπέλου γίνεται κυρίως σε προσήλιες πλαγιές, με έντονη κλίση και σε αμμοπηλώδη εδάφη με καλή στράγγιση, ενώ το σύνολο των αμπελώνων είναι γραμμικοί.


Πηγή: https://winesofgreece.org