Ο οίνος εξυμνείται στην Αγία Γραφή «οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου» (Ψαλμ. ργ΄15) στην καλή του χρήση και συνιστάται από τον Απόστολο των Εθνών Παύλο στον μαθητή Του Τιμόθεο «μηκέτι υδροπότει αλλ’ οίνω ολίγω χρώ, δια τον στομάχόν σου και τας πυκνάς σου ασθενείας», (Α Τιμ. ε΄23).
Άλλοτε δε αποδοκιμάζεται και καλείται όφις και βασιλίσκος και χλευαστής (Παροιμιών. κ΄1, κγ΄31 –32) και πηγή πολλών κακών «ο γαρ οίνος αυτούς συγκαύσει», (Ησ. ε΄11 –12, κη΄7 - 8), όταν υπάρχει κατάχρησή του, την οποία απαγορεύει ο Παύλος, «μην μεθύσκεσθε οίνω ενω εστίν ασωτία», (Εφεσ. ε΄18).
Κατά την Π. Διαθήκη ο Νώε, γενόμενος μετά τον καταυλισμό ο πρώτος γεωργός της γης, «εφύτευσεν αμπελώνα και έπιεν εκ του οίνου και εμεθύσθη και εγυμνώθη εν τω οίκω αυτού», (Γεν. θ΄20 – 21).
Έτσι η πρώτη αναφορά οίνου στην Αγ. Γραφή συνδέεται με την μέθη και την καταισχύνη, όπως και στην αναφορά της μέθης του Λώτ (Γεν. ιθ΄31 – 36).
Στην Καινή Διαθήκη ο Χριστός αρχίζει τα θαύματά του με την μετατροπή νερού σε κρασί στο γάμο της Κανά όταν η Παναγία – Μητέρα του, του ανακοινώνει ότι «οίκον ουκ έχουσι». Εκείνος φροντίζει και «το ύδωρ, οίνον γεγενημένον» γεύεται ο αρχιτρίκλινος και μάλιστα απορεί για την εξαιρετική του ποιότητα « πας άνθρωπος πρώτον τον καλόν οίνον τίθησι, και όταν μεθυσθώσι, τότε τον ελάσσω συ τετήρηκαςτον καλόν οίνον έως άρτι».
Κυρίως όμως ο οίνος ευλογείται και καθαγιάζεται στον μυστικό Δείπνο διότι χρησιμοποιείται στην πρώτη σύσταση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας: «Τούτο το ποτήριον η καινήν διαθήκην εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον», ( Λουκάς κς΄18 – 24 ) και στο κατά Ματθαίον «και λαβών το ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκε αυτούς λέγων, πιέτε εξ αυτού πάντες , τούτο γαρ εστί το αίμα μου το της καινής διαθήκης το περί πολλώνεκχυνόμενον είς άφεσιν αμαρτιών» (κστ΄28–36). Αλλά συγχρόνως δίδει και την μεγάλη υπόσχεση. «Λέγω δε υμίν, ότι ου μην πιω απ’άρτι, εκ τούτου του γεννήματος της αμπέλου, έως της ημέρας εκείνης, όπου αυτό πίνω μεθ’ υμών καινόν εν της βασιλείας του Πατρός μου», (Ματθ. κστ΄. 36 – 40).
Σε άλλο σημείο της Καινής Διαθήκης, ο Χριστός παρομοιάζει τον εαυτό του με την άμπελο και του ανθρώπους με τα κλήματα « Εγώ ειμί η άμπελος η αληθινή και ο πατέρας μου ο γεωργός εστί ....... εγώ ειμί η άμπελος, υμείς τα κλήματα.....» (Ιωάννου 15,1)
Αλλά και ο οίνος συμβολίζει το αίμα του. Στον ακάθιστο ύμνο ο Ιησούς παρομοιάζεται με τον «βότρυν τον πέπειρον» δηλαδή το σταφύλι το ώριμο, «οίνου στάζοντα, τον τας ψυχάς ευφραίνοντ».
Στα επόμενα χρόνια η άμπελος και ο οίνος κρατούν σταθερά τη μεγάλη συμβολική τους δύναμη στον χριστιανικό χώρο. Στις φορητές εικόνες αλλά και στις διακοσμήσεις των ναών ο Χριστός αποτελεί τον κορμό της αμπέλου, οι δε Απόστολοι τις κληματόβεργες.